2551026607

Τηλ. γραφείου

Λ. Δημοκρατίας 192

3ος Όροφος Αλεξανδρούπολη

ΣτΕ Ολομ. 813/2019

Ένδικη προστασία – Αίτηση ακυρώσεως – Όρια και έκταση ελέγχου – Έλεγχος αντισυνταγματικότητας διατάξεων νόμου διαφορετικών από εκείνες βάσει των οποίων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη

ΠΗΓΗ : http://www.humanrightscaselaw.gr/

(i) Όταν προσβάλλεται με αίτηση ακυρώσεως ατομική διοικητική πράξη, λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους αμφισβητείται η συμβατότητα με υπερκείμενους κανόνες δικαίου νομοθετικών ρυθμίσεων, οι οποίες δεν περιέχονται στις διατάξεις βάσει των οποίων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά σε άλλες διατάξεις του οικείου νόμου, συναφείς με το ρυθμιστικό πλαίσιο ή εντασσόμενες εντός του αυτού πλαισίου στο οποίο εντάσσεται και η προσβαλλόμενη πράξη, είναι παραδεκτοί υπό την προϋπόθεση ότι τυχόν αποδοχή τους θα οδηγούσε αμέσως σε καθ’ ολοκληρία αδυναμία λειτουργίας του συγκεκριμένου συστήματος ρυθμίσεων, το κύρος του οποίου προϋποθέτει η νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης, ή εφόσον, πάντως, οι πληττόμενες ρυθμίσεις συνέχονται αναπόσπαστα με το εισαγόμενο ρυθμιστικό σύστημα κατά τρόπο, που αν αυτές κριθούν μη εφαρμοστέες, να επέρχεται επίσης αμέσως καθ’ ολοκληρία αδυναμία λειτουργίας του ρυθμιστικού πλαισίου, στο οποίο εντάσσονται και οι εφαρμοστέες για την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης διατάξεις (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 668/2012 σκ. 43, 1283/2012 σκ. 37, 3059/2009 σκ. 11, 5057/1987 επτ., 1357/2006, πρβλ. και ΣτΕ Ολομ. 1858/2015 σκ. 7, 1972/2012 σκ. 5, 2471/2008 σκ. 8, 1792-1793/1997 σκ. 7, ΣτΕ 2477/2018 σκ. 9, 2073/2017 σκ. 6, 350/2011 επτ. σκ. 7 και 22, 1035/2015 σκ. 7, 96/2009 επτ. σκ. 9, 3266/2008 σκ. 7, 372-373/2005 σκ. 8, 1095/2001 σκ. 5, 1554/1980 Ολομ.). 

(ii) Εν προκειμένω, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλονται λόγοι ακυρώσεως, κατά τους οποίους η προσβαλλόμενη ατομική πράξη με την οποία εξατομικεύονται, ως εκ της ιδιότητάς τους ως δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, τα υπόχρεα σε υποβολή Δ.Π.Κ. για το έτος 2018 πρόσωπα, είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα, διότι ο προβλεπόμενος με τις διατάξεις του άρθρου 3Α του ν. 3213/2003 τρόπος συγκρότησης του οργάνου υποβολής και ελέγχου των Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ. των προσώπων αυτών, προσκρούει σε διατάξεις του Συντάγματος. Οι λόγοι αυτοί, παρά το ότι δεν αφορούν ευθέως το κύρος των διατάξεων, κατ’ εφαρμογή των οποίων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη – στις οποίες άλλωστε δεν προσάπτεται με την κρινόμενη αίτηση συγκεκριμένη πλημμέλεια – αλλά το κύρος άλλων διατάξεων του νόμου, παραδεκτώς προβάλλονται, κατ’ αρχήν, με την κρινόμενη αίτηση και είναι εξεταστέοι. Τούτο διότι το τυχόν ανεφάρμοστο των διατάξεων περί του τρόπου συγκρότησης του οργάνου αυτού αναφορικά με την ιδιότητα και τον τρόπο υπόδειξης των μελών του οργάνου αυτού, συνεπαγόμενο την άμεση καθ’ ολοκληρία αδυναμία λειτουργίας του συστήματος υποβολής των Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ. (πρβλ. ΣτΕ 2471/2008 Ολομ. σκ. 8), θα είχε ως συνέπεια την ακύρωση και της προσβαλλόμενης πράξης, η νομιμότητα της οποίας προϋποθέτει το κύρος του συστήματος αυτού. Περαιτέρω, με το ίδιο δικόγραφο προβάλλονται λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους αμφισβητείται η συνταγματικότητα του άρθρου 2 παρ. 1 περ. α΄ υποπεριπτώσεις v και vi του ν. 3213/2003, με τις οποίες επιβάλλεται στους υποχρέους Δ.Π.Κ. η υποχρέωση να δηλώνουν μετρητά χρήματα άνω των 30.000 ευρώ που βρίσκονται εκτός πιστωτικών ιδρυμάτων και κάθε κινητό αξίας άνω των 40.000 ευρώ. Οι λόγοι αυτοί προβάλλονται παραδεκτώς, επ’ ευκαιρία της προσβολής της συγκεκριμένης σώρευσης ατομικών διοικητικών πράξεων, διότι αφορούν το ουσιώδες ζήτημα ποια περιουσιακά στοιχεία περιλαμβάνονται στη Δ.Π.Κ., ζήτημα δηλαδή που συνάπτεται με την άμεση και καθ’ ολοκληρία εφαρμογή του εισαγόμενου με τον νόμο συστήματος υποβολής των Δ.Π.Κ. και επηρεάζει άμεσα τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης, σύμφωνα με όσα εκτίθενται ανωτέρω. Επομένως, παρά το ότι οι ανωτέρω λόγοι της κρινομένης αιτήσεως δεν προσάπτουν συγκεκριμένες πλημμέλειες στις εφαρμοστέες με την προσβαλλόμενη πράξη διατάξεις, αλλά στρέφονται κατά διατάξεων τυπικού νόμου (ν. 3213/2003, ως ισχύει μετά τον ν. 4571/2018), παραδεκτώς προβάλλονται, κατ’ αρχήν, με την κρινόμενη αίτηση, όσα δε περί του αντιθέτου προβάλλει ο καθ’ ου Υπουργός πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.

(iii) Προβάλλεται σειρά λόγων ακυρώσεως, με τους οποίους υποστηρίζεται η αντισυνταγματικότητα ή και αντίθεση προς το ενωσιακό δίκαιο πλειόνων ρυθμίσεων του ν. 4571/2018. Ειδικότερα οι λόγοι αυτοί αφορούν: α) τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 3, 7 παρ. 2 και 8 του ν. 4571/2018, τα οποία αναφέρονται σε ποινικές κυρώσεις, στο μέτρο που η αξία των δηλωτέων κινητών (40.000 ευρώ) υπερβαίνει την αξία (30.000 ευρώ) του περιουσιακού στοιχείου, του οποίου ο σκοπός απόκρυψης καθιστά διακεκριμένο το βασικό αδίκημα, β) τις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 2 και 3Β παρ. 4 τελευταίο εδάφιο του ν. 3213/2003, όπως ισχύουν μετά την αντικατάσταση της πρώτης και την προσθήκη του δεύτερου με τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 5 και 6 παρ. 2, αντίστοιχα, του ν. 4571/2018, σχετικά με την κάμψη του κανόνα της πενταετούς προθεσμίας διενέργειας του ελέγχου και τη δυνατότητα μετά την παρέλευση πενταετίας ανάσυρσης υπόθεσης, που έχει αρχειοθετηθεί, όταν προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις τέλεσης ή απόπειρας τέλεσης του κακουργήματος του άρθρου 6 παρ. 3 ή του άρθρου 6Α παρ. 2 του ν. 3213/2003, γ) τις διατάξεις του άρθρου 2Α παρ. 26 του ν. 3213/2003, όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με το άρθρο 3 του ν. 4571/2018, σύμφωνα με την οποία τα δεδομένα που καταχωρίζονται στις Δ.Π.Κ. διατηρούνται κατά το χρόνο της περιόδου που απαιτείται, κατά την αιτιολογημένη κρίση του αρμόδιου για τον έλεγχο οργάνου, για την πραγματοποίηση των σκοπών της συλλογής και της επεξεργασίας τους, δ) τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 1 του ν. 3213/2003, όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 1 του ν. 4571/2018, σύμφωνα με τις οποίες η υποβολή των Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ. των υποχρέων μετά την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας εξαρτάται από την προηγούμενη υποχρεωτική πληρωμή ηλεκτρονικού παραβόλου, ε) τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 1 περ. γ΄ και 19 του ν. 3213/2003, κατά το μέρος που με αυτό θεσπίζεται υποχρέωση δήλωσης της περιουσιακής κατάστασης και των οικονομικών συμφερόντων του εν διαστάσει συζύγου του υποχρέου, στ) την απαίτηση του νόμου για προσδιορισμό των ποσών των πηγών προέλευσης των περιουσιακών στοιχείων που αναφέρονται στους Πίνακες 5 και 7-13, ζ) τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 3 του ν. 3213/2003, όπως ισχύει, αναριθμούμενο, μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 2 παρ. 9 του ν. 4571/2018 περί της δυνατότητας συμπλήρωσης ελλείψεων ή ανακριβειών της δήλωσης εντός προθεσμίας ενός μηνός από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των δηλώσεων, η) τις διατάξεις των άρθρων 6 και 6Α του ν. 3213/2003, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με τις διατάξεις του ν. 4571/2018, καθ’ ο μέρος αναφέρονται σε ποινικές κυρώσεις, στο μέτρο που, κατά τις αιτούσες Ενώσεις, αποδίδεται ποινική απαξία σε συμπεριφορά ανεξαρτήτως της φύσεως και του αποτελέσματος αυτής, καθώς και προβλέπονται ποινικές κυρώσεις για απόκρυψη περιουσιακού στοιχείου που δεν προέκυψε από εκμετάλλευση της ιδιότητας του υποχρέου. Με τους λόγους, όμως, αυτούς πλήττονται ρυθμίσεις του νόμου, οι οποίες δεν επιδρούν αμέσως στην προς το παρόν δυνατότητα κανονικής υποβολής Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ. των υπόχρεων μελών των αιτουσών Ενώσεων, ώστε να συνεπάγονται την ακύρωση της προσβαλλόμενης ατομικής πράξης, κατά τα ήδη εκτεθέντα στη σκέψη 11. Επομένως, οι ανωτέρω λόγοι προβάλλονται απαραδέκτως με την υπό κρίση αίτηση, με την οποία προσβάλλεται η κατάσταση του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με την οποία εξατομικεύονται, ως εκ της ιδιότητάς τους, οι υπόχρεοι προς υποβολή Δ.Π.Κ. του έτους 2018 δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί, η οποία, όπως ήδη αναφέρθηκε στη σκέψη 6, αποτελεί σώρευση ατομικών διοικητικών πράξεων (βλ. ΣτΕ 1943/2018 Ολομ.). Οίκοθεν νοείται ότι το κύρος των εν λόγω διατάξεων που αφορούν οι ως άνω λόγοι μπορεί να αμφισβητηθεί ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων, τα οποία θα επιληφθούν υποθέσεων που αφορούν τυχόν τη διαδικασία υποβολής συμπληρωματικών ή εκπρόθεσμων δηλώσεων, τη διαδικασία που τηρείται για τους εν διαστάσει συζύγους κατά το άρθρο 2 παρ. 1 περ. γ΄ του ν. 3213/2003, τη διενέργεια του ελέγχου των δηλώσεων ή το στάδιο της επιβολής κυρώσεων [με μειοψηφία]