Πηγή:
Πρόεδρος: Ε.Νίκα, Πρόεδρος ΣτΕ
Εισηγητής: Μ.-Αλ.Τσακάλη, Σύμβουλος
Από τη διάταξη του άρθρου 75 παρ.2 του ΚΔΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 19 του ν. 3900/2010, προκύπτει η βούληση του νομοθέτη να ρυθμίσει κατά τρόπο ειδικό, στην περίπτωση άσκησης αγωγής, την επέλευση της διακοπής της παραγραφής των χρηματικών αξιώσεων κατά του Δημοσίου στο χρονικό σημείο της επίδοσής της στο εναγόμενο με επιμέλεια του ενάγοντος. Η επίμαχη διάταξη, ως ειδική, κατισχύει της διάταξης του άρθρου 143 περ. α΄ του ν.4270/2014 (περί δημοσίου λογιστικού), η οποία ορίζει γενικώς ως λόγο διακοπής της παραγραφής την υποβολή της υπόθεσης στο δικαστήριο. Εξάλλου, η υποχρέωση για τη διενέργεια των προβλεπόμενων στο άρθρο 128 του ΚΔΔ επιδόσεων από τη γραμματεία του δικαστηρίου εξακολουθεί να ισχύει ως προς την αγωγή και μετά την τροποποίηση του άρθρου 75 παρ.2 του ΚΔΔ. Σε περίπτωση, πάντως, κατά την οποία ο ενάγων παραλείψει να επιδώσει την αγωγή στο εναγόμενο και η αγωγή επιδοθεί στο τελευταίο με τη φροντίδα της γραμματείας του δικαστηρίου, εξασφαλίζεται η γνώση του εναγομένου για την άσκηση της αγωγής και το περιεχόμενο αυτής, απαίτηση δε για την εκ νέου επίδοση της αγωγής με επιμέλεια του ενάγοντος θα αποτελούσε περιττή τυπολατρία. Κατ’ ακολουθίαν, με την επίδοση της αγωγής στο εναγόμενο με τη φροντίδα της γραμματείας του δικαστηρίου αναπληρώνεται η έλλειψη επίδοσης της αγωγής από τον ενάγοντα και, συνεπώς, επέρχεται διακοπή της παραγραφής της ένδικης αξίωσης, αν τυχόν η επίδοση αυτή έχει διενεργηθεί πριν από τη συμπλήρωση της παραγραφής. Σε κάθε περίπτωση, δεν θεσπίζεται υποχρέωση της γραμματείας του δικαστηρίου να προβεί στην επίδοση αυτή πριν από τη συμπλήρωση της παραγραφής, προκειμένου να διακοπεί η παραγραφή της ένδικης αξίωσης, καθώς τούτο επαφίεται στην πρωτοβουλία και ευθύνη του ενάγοντος.