2551026607

Τηλ. γραφείου

Λ. Δημοκρατίας 192

3ος Όροφος Αλεξανδρούπολη

ΔΠΘ 206/2022, ΙΕ Τμήμα (Προεδρική Διαδικασία)

Αίτημα χορήγησης αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας. Αρνητική απάντηση από τη Φορολογική Διοίκηση με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Το μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου είναι ανυπόστατη διοικητική πράξη τόσο κατά τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (άρθρο 16) όσο και κατά τον Ν. 4727/2020 (άρθρο 13).

Πηγή: https://ddikastes.gr/διοικητικό-πρωτοδικείο-θεσσαλονίκη-5/

(Προεδρική Διαδικασία)

Συνεδρίασε δημόσια, στο ακροατήριό του, την 19η Ιουλίου 2022, με δικαστή τον Επαμεινώνδα Τρουλινό, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ. και με γραμματέα την Αμαλία Σκιά, δικαστικό υπάλληλο,

Για  να δικάσει την με αριθμό κατάθεσης ΠΡΠ1506/31.05.2022 προσφυγή, η οποία έχει λάβει τον ΕΑΥ 2022023189:

της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…….», που εδρεύει στη Θεσσαλονίκης και για την οποία παραστάθηκε ο πληρεξούσιος δικηγόρος Ιωάννης Μακρής, ο οποίος κατέθεσε δήλωση παράστασης στη Γραμματεία του Δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 133 του ΚΔΔ.

κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται από τον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) και εν προκειμένω από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης, ο οποίος παραστάθηκε δια της Δικαστικής Πληρεξούσιας του Ν.Σ.Κ. Δήμητρας Χατζή που κατέθεσε δήλωση παράστασης στη Γραμματεία του Δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 133 Κ.Δ.Δ..

Αφού μελέτησε τη δικογραφία

Σκέφθηκε κατά τον Νόμο

  1. Επειδή, για την προσφυγή κατατέθηκε παράβολο ποσού 100 € (βλ. το με αριθμό 511190556952-1128-0028e-παράβολο). Μ’ αυτή ζητείται η ακύρωση της απόρριψης από τον Προϊστάμενο της ΔΟΥ ΦΑΕ Θεσσαλονίκης της με αρ. πρωτ. 859364/20220510/4224/10.05.2022 αίτησης της προσφεύγουσας με την οποία η εταιρία ζήτησε να της χορηγηθεί αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας για κάθε νόμιμη χρήση.
  2. Επειδή, ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας (Ν. 2690/1999, Φ.Ε.Κ. τ. Α 45 ) ορίζει στο άρθρο 16 παρ. 1 ότι «Η διοικητική πράξη είναι έγγραφη, αναφέρει την εκδούσα αρχή και τις εφαρμοζόμενες διατάξεις, φέρει δε χρονολογία, καθώς και υπογραφή του αρμόδιου οργάνου. Στην ατομική διοικητική πράξη αναφέρεται, επίσης, η τυχόν δυνατότητα άσκησης της, κατ’ άρθρο 25, ειδικής διοικητικής ή ενδικοφανούς προσφυγής, γίνεται δε μνεία του αρμόδιου για την εξέτασή της οργάνου, της προθεσμίας, καθώς και των συνεπειών παράλειψης της άσκησής της. Προσφυγή που ασκείται σύμφωνα με τις προαναφερόμενες πληροφορίες της υπηρεσίας δεν μπορεί να παραγάγει συνέπειες σε βάρος του προσφεύγοντος. Η παράλειψη αναφοράς των εφαρμοζόμενων διατάξεων, καθώς και των κατά τη δεύτερη περίοδο στοιχείων, δεν επάγεται ακυρότητα της πράξης». Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, η οποία αποδίδει γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η διοικητική πράξη, η οποία δεν φέρει την υπογραφή του αρμόδιου για την έκδοσή της οργάνου, είναι ανυπόστατη (βλ. ΣτΕ [7/λης] 3149-3151/2017, 7ησκέψη, ΣτΕ 1747-1750/2021, 5ησκέψη), ενώ ανυπόστατη είναι και η διοικητική πράξη που δεν έχει αποτυπωθεί σε έγγραφο. Ωστόσο, παραδεκτά ασκείται κατά της ανυπόστατης διοικητικής πράξης αίτηση ακυρώσεως (ή προσφυγή), η οποία γίνεται δεκτή για λόγους ασφάλειας του δικαίου, δηλαδή για να μην εκτελεσθεί η πράξη (βλ. ΣτΕ [7/λης] 3149-3151/2017, 7η σκέψη, ΣτΕ 1747-1750/2021, 5η σκέψη). Περαιτέρω, με την με αριθμό 2282/2014 απόφαση της επταμελούς σύνθεσης του Συμβουλίου της Επικρατείας, που εκδόθηκε επί υποβληθέντων προδικαστικών ερωτημάτων, κρίθηκε ότι, κατά την έννοια της προαναφερόμενης διάταξης, ερμηνευόμενης ενόψει της αρχής της νομιμότητας της διοικητικής δράσης, ναι μεν η διοικητική πράξη, πρέπει να φέρει την ημερομηνία έκδοσής της, διότι με βάση την χρονολογία αυτή κρίνεται το νομικό και πραγματικό καθεστώς που είναι ληπτέο υπόψη για την εγκυρότητά της, αλλά η έλλειψη του ως άνω στοιχείου, το οποίο είναι ουσιώδες και καταρχήν αναγκαίο για τη νομιμότητα της πράξης, δεν επάγεται ακυρότητα αυτής σε περίπτωση, κατά την οποία από το όλο περιεχόμενο της πράξης ή/και τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης συνάγεται ότι αυτή εκδόθηκε μεταξύ δύο συγκεκριμένων ημερομηνιών, ο δε καθορισμός της ακριβούς χρονολογίας έκδοσής της δεν ασκεί επιρροή στην ανεύρεση του κρίσιμου για την επίλυση της διαφοράς νομικού και πραγματικού καθεστώτος, το οποίο δεν μεταβλήθηκε ανάμεσα στις δύο αυτές ημερομηνίες (βλ. 6η σκέψη της προαναφερόμενη απόφασης).
  3. Επειδή, περαιτέρω, ο Ν. 4727/2020 (Φ.Ε.Κ. τ. Α 184) ορίζει: στο άρθρο 2 ότι «Για τους σκοπούς του παρόντος νοούνται ως: […] 10. Δημόσια έγγραφα: όλα τα διοικητικά έγγραφα, όπως ορίζονται στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 2690/1999 (Α` 45), ήτοι τα έγγραφα που έχουν συνταχθεί κατά τους νόμιμους τύπους, από τον καθ` ύλη και κατά τόπο αρμόδιο δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό ή πρόσωπο που ασκεί δημόσια υπηρεσία ή λειτουργία. Περιλαμβάνονται όλα τα διοικητικά έγγραφα. […] 30. Ηλεκτρονικά δημόσια έγγραφα: τα δημόσια έγγραφα που παράγονται από φορείς του δημόσιου τομέα με χρήση Τεχνολογίας Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ). […]», στο άρθρο 12 παρ. 2 ότι «Τα ηλεκτρονικά έγγραφα, δημόσια ή ιδιωτικά, εκδίδονται, διακινούνται και γίνονται αποδεκτά σύμφωνα με τα άρθρα 13 έως 18, με την επιφύλαξη των διατάξεων για την Ενιαία Ψηφιακή Πύλη της Δημόσιας Διοίκησης» και στο άρθρο 13 ότι «1. Όλες οι διαδικασίες για τη διαχείριση δημοσίων εγγράφων από τους φορείς του δημόσιου τομέα, όπως η σύνταξη, η προώθηση για υπογραφή, η θέση υπογραφής, η έκδοση, η χρέωση προς ενέργεια εισερχομένων εγγράφων, η εσωτερική και η εξωτερική διακίνηση, η πρωτοκόλληση, καθώς και η αρχειοθέτησή τους πραγματοποιούνται αποκλειστικά μέσω ΤΠΕ. 2. Τα ηλεκτρονικά δημόσια έγγραφα παράγονται είτε πλήρως αυτοματοποιημένα μέσω ειδικού πληροφοριακού συστήματος που συνθέτει κατάλληλα στοιχεία δεδομένων, είτε μέσω ηλεκτρονικής εφαρμογής γραφείου, είτε μέσω ψηφιοποίησης έντυπου εγγράφου. Τα ηλεκτρονικά δημόσια έγγραφα εκδίδονται σε μία από τις ακόλουθες μορφές: α) ως πρωτότυπα ηλεκτρονικά έγγραφα της παρ. 3, β) ως ηλεκτρονικά ακριβή αντίγραφα της παρ. 4, γ) ως ψηφιοποιημένα ηλεκτρονικά αντίγραφα της παρ. 5. 3. Τα πρωτότυπα ηλεκτρονικά δημόσια έγγραφα φέρουν: α) εγκεκριμένη ηλεκτρονική χρονοσφραγίδα και β) είτε την εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα του φορέα είτε την εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή του αρμόδιου οργάνου. 4. Τα ηλεκτρονικά ακριβή αντίγραφα φέρουν υποχρεωτικά: α) εγκεκριμένη ηλεκτρονική χρονοσφραγίδα, β) είτε την εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα του φορέα είτε την εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή του αρμόδιου για την έκδοση του αντιγράφου οργάνου, γ) την ένδειξη «ακριβές αντίγραφο» και δ) τα στοιχεία του οργάνου που υπέγραψε το έγγραφο ως τελικώς υπογράφων. 5. Τα ψηφιοποιημένα ηλεκτρονικά αντίγραφα εκδίδονται από τους φορείς του δημόσιου τομέα μέσω ψηφιοποίησης ή αναπαραγωγής με χρήση ΤΠΕ έντυπων δημόσιων ή ιδιωτικών εγγράφων που κατέχουν στο πλαίσιο της άσκησης των αρμοδιοτήτων τους. Τα ψηφιοποιημένα ηλεκτρονικά αντίγραφα φέρουν: α) εγκεκριμένη ηλεκτρονική χρονοσφραγίδα β) είτε την εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα του φορέα είτε την εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή του οργάνου που κάνει την ψηφιοποίηση ή αναπαραγωγή με χρήση ΤΠΕ σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο και γ) βεβαίωση ταύτισής τους με το έντυπο έγγραφο. […]. 6 […]». Από τις προαναφερόμενες διατάξεις του Ν. 4727/2020 συνάγεται ότι, πέραν του έγγραφου τύπου, που προβλέπει το άρθρο 16 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας. η διοικητική πράξη μπορεί ν’ αποκτήσει νόμιμη υπόσταση και με τον ηλεκτρονικό τύπο. Σ’ αυτή την περίπτωση, η διοικητική πράξη εκδίδεται σε μία από τις μορφές που προβλέπει το άρθρο 13 του προαναφερόμενου νόμου και πρέπει με την κατάλληλη ηλεκτρονική διαδικασία να έχουν ενσωματωθεί σ’ αυτή -κατά τρόπο που να διασφαλίζεται η ακεραιότητα του περιεχομένου της διοικητικής πράξης- τ’ αναγκαία δεδομένα για την δημιουργία ηλεκτρονικής χρονοσφραγίδας (που υποκαθιστά την χρονολογία του έγγραφου τύπου) και ηλεκτρονικής σφραγίδας ή / και ηλεκτρονικής υπογραφής (που αντικαθιστά την υπογραφή του έγγραφου τύπου) κατά τις ειδικότερες διακρίσεις των παρ. 3 έως 5 του άρθρου 13 του Ν. 4727/2020. Εκ τούτων παρέπεται ότι η διοικητική πράξη που εκδίδεται με τον προαναφερόμενο ηλεκτρονικό τύπο για να είναι υποστατή πρέπει ν’ αναφέρει και την εκδούσα αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 16 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, εκτός αν η εκδούσα αρχή αποτυπώνεται με ευκρινές τρόπο στην ηλεκτρονική χρονοσφραγίδα ή στην ηλεκτρονική σφραγίδα που έχει τεθεί.
  4. Επειδή,oΝ. 4174/2013 (Φ.Ε.Κ. τ. Α 170) ορίζει στο άρθρο 12, όπως ισχύει, ότι «1. Ο φορολογούμενος δύναται να ζητήσει αποδεικτικό ενημερότητας ισχύος μέχρι και δύο μηνών για την πραγματοποίηση πράξεων και συναλλαγών που ρητά ορίζονται. 2. Η Φορολογική Διοίκηση χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας, μόνο εφόσον ο φορολογούμενος δεν έχει οφειλές στη Φορολογική Διοίκηση από οποιαδήποτε αιτία και έχει υποβάλει τις απαιτούμενες φορολογικές δηλώσεις των τελευταίων πέντε ετών. 3. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να μη χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας εάν ο φορολογούμενος έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές σε άλλη αρχή του δημόσιου τομέα. […]. 4. Κατά παρέκκλιση των οριζόμενων στις παραγράφους 2 και 3, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος έχει […] οφειλές μη ληξιπρόθεσμες ή σε αναστολή, δύναται να εκδοθεί αποδεικτικό ενημερότητας περιορισμένης ισχύος, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τον ένα μήνα. […]. 5. Οι πράξεις και συναλλαγές για τις οποίες προσκομίζεται αποδεικτικό ενημερότητας, οι προϋποθέσεις χορήγησης του, οι τυχόν εξαιρέσεις από την υποχρέωση προσκόμισης του, οι οφειλές που λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση του, οι φορολογικές δηλώσεις που απαιτείται να έχουν υποβληθεί για την έκδοση του αποδεικτικού, ο τύπος του, το περιεχόμενο, η διάρκεια ισχύος, τα ποσοστά παρακράτησης, τα τυχόν άλλα πρόσωπα τα οποία δύνανται να ζητούν και να λαμβάνουν το αποδεικτικό, τα όργανα έκδοσης του και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής ορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα. 6. Αν ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων ή μεταβίβαση ακινήτου και δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων 2, 3 και 4 για τη χορήγηση του, ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις συμψηφισμού, εκδίδεται από την αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσία, βεβαίωση οφειλής προς το Δημόσιο, η οποία κατατίθεται αντί του αποδεικτικού ενημερότητας στην υπηρεσία ή τον οργανισμό πληρωμής ή κατατίθεται για τη μεταβίβαση ακινήτου. Με βάση τη βεβαίωση αυτή αποδίδεται το προς είσπραξη ποσό ή το προϊόν του τιμήματος και μέχρι του ύψους της οφειλής, στην εκδούσα τη βεβαίωση υπηρεσία. 7. Οι προϋποθέσεις χορήγησης βεβαίωσης οφειλής, οι οφειλές που λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση της, τα όργανα έκδοσης, ο τύπος, το περιεχόμενο, η διάρκεια ισχύος και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής ορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα. 8. […] 9. […]». Κατ’ εξουσιοδότηση των προαναφερόμενων διατάξεων εκδόθηκε η ΠΟΛ 1274/ 27.12.2013 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών (Φ.Ε.Κ. τ. Β 3398), η οποία ορίζει στο άρθρο 1 ότι «1. Η προσκόμιση αποδεικτικού ενημερότητας καθίσταται υποχρεωτική στις εξής περιπτώσεις: α. Για την είσπραξη χρημάτων ή την εξόφληση τίτλων πληρωμής από το Δημόσιο Τομέα, όπως αυτός καθορίζεται στην κείμενη νομοθεσία από Δημοσίους Υπολόγους και από αυτούς που ενεργούν πληρωμές με εντολή ή εξουσιοδότηση των ανωτέρω, εφόσον το ακαθάριστο ποσό για κάθε τίτλο πληρωμής υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια ευρώ (1.500), ανά δικαιούχο. […] β. Για τη σύναψη και ανανέωση συμβάσεων δανείων, πιστώσεων και χρηματοδοτήσεων γενικά με τις αναγνωρισμένες στην Ελλάδα τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, εφόσον χορηγούνται με την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου, εκτός από εκείνες που χορηγούνται για αποκατάσταση ζημιών που προέρχονται από έκτακτα γεγονότα. […] γ. Για τη μεταβίβαση ακινήτου εξ` επαχθούς αιτίας, γονικής παροχής, δωρεάς ή δια εκούσιου πλειστηριασμού, […] δ. Για τη συμμετοχή σε διαγωνισμούς ανάληψης εκτέλεσης δημοσίων έργων ή παροχής υπηρεσιών ή προμηθειών από το Δημόσιο Τομέα, […] ε. Για την καταβολή των εκχωρημένων χρηματικών απαιτήσεων κατά των φορέων «της περίπτωσης α. του παρόντος άρθρου […] στ. Για κάθε άλλη πράξη, συναλλαγή ή ενέργεια για την οποία απαιτείται προσκόμιση  αποδεικτικού ενημερότητας από τις εκάστοτε εν ισχύ διατάξεις».
  5. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής:  Η προσφεύγουσα υπέβαλε, μέσω του πληροφοριακού συστήματος της ΑΑΔΕ, την με αρ. πρωτ. 859364/20220510/4224/10.05.2022 αίτηση με την οποία ζήτησε από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης να της χορηγήσει αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας για κάθε νόμιμη χρήση, προβάλλοντας σχετικά ότι «το στοιχείο το ζητά η τράπεζα για την ρύθμιση του τρέχοντος δανείου που έχει η εταιρία». Σε απάντηση της αίτησης αυτής έλαβε, μέσω του πληροφοριακού συστήματος της ΑΑΔΕ, μήνυμα το οποίο ανέφερε επί λέξη «Καλησπέρα, δεν είναι δυνατόν να εκδοθεί φορολογική ενημερότητα για τους παρακάτω λόγους: α) Δεν προβλέπεται έκδοση φορολογικής ενημερότητας για Τράπεζες. β) Υπάρχουν ληξιπρόθεσμα χρέη τα οποία δεν είναι σε ρύθμιση και δεν είναι σε αναστολή». Το μήνυμα αυτό ήταν ανυπόγραφο, χωρίς αναφορά του συντάκτη του, χωρίς ημερομηνία και χωρίς σφραγίδα της υπηρεσίας, ενώ από εκτύπωση σελίδας του πληροφοριακού συστήματος της ΑΑΔΕ, που προσκόμισε η προσφεύγουσα, φέρεται ως ημερομηνία απάντησης η 11.05.2022. Εξάλλου ήδη στις 08.03.2022 είχε βεβαιωθεί ταμειακά σε βάρος της προσφεύγουσα πρόστιμο αυθαίρετης χρήσης ποσού 796.692,71 €, το οποίο επιβλήθηκε από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας (βλ. με αριθμό ειδοποίησης 83/31.03.2022 Ατομική Ειδοποίηση Χρεών της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Θεσσαλονίκης). Κατά της προαναφερόμενης αρνητικής απάντησης της Φορολογικής Διοίκησης στρέφεται η εταιρεία με την υπό κρίση προσφυγή της ζητώντας την ακύρωσή της. Συγκεκριμένα, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι έχει συνάψει σύμβαση ανοιχτού (αλληλόχρεου) λογαριασμού με την ……………., ότι στις 14.04.2022 υπέβαλλε αίτημα για να κλείσει ο λογαριασμός και να καταβληθεί το οφειλόμενο ποσό σε δόσεις διάρκειας πέντε ετών και ότι η τράπεζα μεταξύ των υπόλοιπων δικαιολογητικών ζήτησε από την προσφεύγουσα να προσκομίσει αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας. Προβάλλει σχετικά ότι το αίτημά της για χορήγηση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας υπάγεται στην πρόβλεψη του νόμου (άρθρου 12 του Ν. 4174/2013) για χορήγηση του αποδεικτικού για κάθε νόμιμη χρήση και για τον λόγο αυτό δεν συντρέχει η πρώτη αιτιολογία της Φορολογικής Διοίκησης για την άρνηση έκδοσης του επίδικου αποδεικτικού. Ακόμα, υποστηρίζει ότι δεν συντρέχει ούτε η δεύτερη αιτιολογία της Φορολογικής Διοίκησης για την άρνηση έκδοσης του επίδικου αποδεικτικού διότι κατά το χρονικό σημείο υποβολής της αίτησης (10.05.2022) είχε ανασταλεί η εκτέλεση του προαναφερόμενου προστίμου. Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι κατά του προαναφερόμενου προστίμου που της επέβαλε η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας άσκησε την με γενικό αριθμό κατάθεσης 7817/2022 αίτηση αναστολής εκτέλεσης ενώπιον του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, η οποία δεν έχει ακόμα εκδικαστεί (βλ. προσκομισθείσα εκτύπωση από το πληροφοριακό σύστημα της πολιτικής δικαιοσύνης, σύμφωνα με την οποία η αίτηση προσδιορίσθηκε να συζητηθεί στη δικάσιμο της 25.05.2022 και κατόπιν αναβολής, της 05.10.2022). Εξάλλου, από την προσκομισθείσα φωτοτυπία του δικογράφου της αίτησης αναστολής προκύπτει ότι στις 20.04.2022 χορηγήθηκε προσωρινή διαταγή αναστολής της αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της προσφεύγουσας από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, υπό τον όρο της συζήτησης της υπόθεσης «στην ορισθησόμενη δικάσιμο». Αντίθετα, το Δημόσιο με την από 08.07.2022 έκθεση απόψεων προβάλλει ότι με το με αρ. πρωτ. οικ.426515/988/14.06.2022 έγγραφο της νομικής υπηρεσίας της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας δόθηκε η εντολή ν’ ανασταλούν οι διαδικασίες διοικητικής εκτέλεσης σε βάρος της προσφεύγουσας, μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της προαναφερόμενης αίτησης αναστολής, ότι για τον λόγο αυτό, τέθηκε σε καθεστώς αναστολής το οφειλόμενο από την προσφεύγουσα προς την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας ποσό και ότι από την ημερομηνία αυτή (14.06.2022) η προαναφερόμενη ταμειακή βεβαίωση δεν αποτελεί πλέον κώλυμα για την έκδοση του επίδικου πιστοποιητικού. Περαιτέρω, υποστηρίζει το Δημόσιο ότι εξακολουθεί ν’ αποτελεί κώλυμα για την έκδοση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας το γεγονός ότι δεν προβλέπεται η έκδοση για χρήση σε πιστωτικά ιδρύματα και για τον λόγο αυτό ζητά ν’ απορριφθεί η προσφυγή ως αβάσιμη.
  6. Επειδή, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη, το αναφερόμενο στην προηγούμενη σκέψη ηλεκτρονικό μήνυμα που απέστειλε η Φορολογική Διοίκηση στην προσφεύγουσα είναι ατελής διοικητική πράξη διότι στερείται των αναγκαίων συστατικών τύπων που προβλέπει ο νόμος για την ολοκλήρωσή της. Ειδικότερα, δεν αναφέρει την εκδούσα αρχή (μπορεί μόνο να συναχθεί ότι είναι κάποια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης, διότι χρησιμοποιήθηκε το πληροφοριακό της σύστημα), δεν έχει την υπογραφή του αρμόδιου για την έκδοσή της οργάνου (μπορεί να είναι οποιοσδήποτε υπάλληλος της Φορολογικής Διοίκησης), δεν φέρει χρονολογία (εικάζεται ότι το ηλεκτρονικό μήνυμα απεστάλη την 11.05.2022) και δεν έχει τον έγγραφο τύπο και επομένως δεν είναι υποστατή διοικητική πράξη κατά την έννοια του άρθρου 16 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας. Περαιτέρω, το προαναφερόμενο ηλεκτρονικό μήνυμα δεν φέρει ούτε τον ηλεκτρονικό τύπο που προβλέπει το άρθρο 13 του Ν. 4727/2020, δηλαδή ηλεκτρονική χρονοσφραγίδα και ηλεκτρονική σφραγίδα ή / και ηλεκτρονική υπογραφή, κατά τις ειδικότερες διακρίσεις της διάταξης αυτής και επομένως δεν είναι υποστατή διοικητική πράξη ούτε κατά την έννοια της διάταξης αυτής. Συνεπώς, το Δικαστήριο κρίνει ότι η προσβαλλόμενη πράξη (ηλεκτρονικό μήνυμα απάντησης στην αίτηση της προσφεύγουσας) είναι ανυπόστατη, του λόγου αυτού αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενου (βλ. ΣτΕ 1747-1750/2021 7ησκέψη και εκεί παραπομπές σε πάγια νομολογία). Δεδομένου όμως ότι το προαναφερόμενο ηλεκτρονικό μήνυμα έχει εφαρμοσθεί από την Φορολογική Διοίκηση, όπως σαφώς συνάγεται από την έκθεση απόψεων, πρέπει, για λόγους ασφάλειας του δικαίου ν’ ακυρωθεί, και η υπόθεση ν’ αναπεμφθεί στην Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με το άρθρο 79 παρ. 3 του Κ.Δ.Δ., για ν’ αποφανθεί επί της με αρ. πρωτ. 859364/20220510/4224/10.05.2022 αίτησης της προσφεύγουσας. Εκ τούτων παρέπεται ότι η Φορολογική Διοίκηση κατά την εξέταση της αίτησης της προσφεύγουσας και προκειμένου να είναι πληρέστερα αιτιολογημένη η θετική ή αρνητική απάντησή της, μπορεί να ζητήσει τόσο από την προσφεύγουσα όσο  και από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας περαιτέρω στοιχεία για να διαπιστώσει αν τυχόν η έκδοση του αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας μπορεί να υπαχθεί σε κάποια από τις περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 12 του Ν. 4174/2013 και η απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών ΠΟΛ 1274/ 27.12.2013.
  7. Επειδή, σύμφωνα με τα ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η προσφυγή, ν’ ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, η υπόθεση ν’ αναπεμφθεί στη Φορολογική Διοίκηση, το παράβολο ν’ αποδοθεί στην προσφεύγουσα (άρθρο 277 Κ.Δ.Δ.), και το Δημόσιο, που ηττήθηκε, να  καταλογισθεί στα δικαστικά έξοδα της αντιδίκου του (άρθρο 275 Κ.Δ.Δ. σε συνδυασμό με Ν. 4194/2013 [Φ.Ε.Κ. τ. Α 208], όπως το Παράρτημα Ι ισχύει μετά την αντικατάστασή του με τον Ν. 4205/2013 [Φ.Ε.Κ. τ. Α 242), ποσού 234 €.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δέχεται την προσφυγή.

Ακυρώνει το ηλεκτρονικό μήνυμα που απέστειλε η Φορολογική Διοίκηση μέσω του πληροφοριακού συστήματος της ΑΑΔΕ στην προσφεύγουσα σε απάντηση της 859364/20220510/4224/10.05.2022 αίτησής της με την οποία η προσφεύγουσα ζήτησε να της χορηγηθεί αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας για κάθε νόμιμη χρήση.

Αναπέμπει την υπόθεση στον Προϊστάμενο της ΔΟΥ ΦΑΕ Θεσσαλονίκης για ν’ αποφανθεί επί της προαναφερόμενης αίτησης της προσφεύγουσας, σύμφωνα με τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό.